toxidermitis
Look at other dictionaries:
toxidermitis — tox·i·der·mi·tis … English syllables
τοξικοδερμία — η, Ν ιατρ. τοπική ή συστηματική δερματοπάθεια που προκαλείται από τη λήψη μιας φαρμακευτικής ουσίας ή, σπανίως, από την κατανάλωση τροφίμων τα οποία περιέχουν κάποια τοξική χημική ουσία. [ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. toxicodermatitis /… … Dictionary of Greek